Λεξικό
otoko
Στην Ελληνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη " otoko" σημαίνει: άνδρας
Στην Ιαπωνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη "otoko" γράφεται ως:
|
|
|
|
Η λέξη δημοσιεύτηκε από τον χρήστη Monkey D Luffy στις 17/09/2007 και έχει προβληθεί 3262 φορές από επισκέπτες. |
|
|
|
atatakai, e-di-konba-ta-, eigo, daasu, hana, nichiyoubi, ageku, toko, tomodachi, shitto, konnichiwa, okaasan, hi, hanbetsu, in'you, kawaii, ondo, enpitsu, gatsu, hima, shinnen, ohayou gozaimasu, tora, eien, juusha, musume, masaka, anagura, fujin, sakazuki, te, rei, zetsubou, kochi, okane
|
|
|
|
Το ξέρετε ότι αυτή η λέξη έχει μπει στην λίστα μας από τα ίδια μας τα μέλη; Εάν επιθυμείτε να προσθέσετε και εσείς μια λέξη που λείπει από την λίστα, πατήστε εδώ.
| |
Τελευταίες Καταχωρήσεις Τίτλων |
|
Τελευταίες Παρουσιάσεις Τίτλων |
|
|
|
|
17/09
15/09
14/09
14/09
14/09
11/09
11/09
11/09
11/09
11/09
|
|
|