Λεξικό
rin
Στην Ελληνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη " rin" σημαίνει: φώσφορος
Στην Ιαπωνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη "rin" γράφεται ως:
|
|
|
|
Η λέξη δημοσιεύτηκε από τον χρήστη Monkey D Luffy στις 05/11/2007 και έχει προβληθεί 3289 φορές από επισκέπτες. |
|
|
|
otoosan, byouin, asa gohan, urusai, umi, asatte, san, arigatou, ohayou, ku / kyuu, kochi, oba, kettei, roku, asobu, nani, yuuhan, atatakai, hana, baka, setomono, honoo, yama, onigiri, ittekimasu, shigoto, za, ase, bougyo, yumi, i, kaminari, wara, yakuzai, kisama
|
|
|
|
Το ξέρετε ότι αυτή η λέξη έχει μπει στην λίστα μας από τα ίδια μας τα μέλη; Εάν επιθυμείτε να προσθέσετε και εσείς μια λέξη που λείπει από την λίστα, πατήστε εδώ.
| |
Τελευταίες Καταχωρήσεις Τίτλων |
|
Τελευταίες Παρουσιάσεις Τίτλων |
|
|
|
|
17/09
15/09
14/09
14/09
14/09
11/09
11/09
11/09
11/09
11/09
|
|
|