Λεξικό
shinpu
Στην Ελληνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη " shinpu" σημαίνει: ιερέας,παπάς

Στην Ιαπωνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη "shinpu" γράφεται ως:
|
|
 |
|
Η λέξη δημοσιεύτηκε από τον χρήστη izo στις 14/11/2007 και έχει προβληθεί 2418 φορές από επισκέπτες. |
|
 |
|
jiyuu, doyoubi, kaku, juku, yorokonde, terebigeimu, kiniro, meisei, irrashaimase, hatake, itoko, toge, hanbetsu, yume, hitorikko, setomono, dewa arimasen, asatte, mane, juurai, donyoku, yoru, nihongo, netsu, sakazuki, juuryou, tanjoubi, michi, kisama, jouso, itsumo, youjimbo, itadakimasu, neji, shukudai
|
|
 |
|
Το ξέρετε ότι αυτή η λέξη έχει μπει στην λίστα μας από τα ίδια μας τα μέλη; Εάν επιθυμείτε να προσθέσετε και εσείς μια λέξη που λείπει από την λίστα, πατήστε εδώ.
| |
Τελευταίες Καταχωρήσεις Τίτλων |










|
Τελευταίες Παρουσιάσεις Τίτλων |










|
|
|


 |
17/09

15/09

14/09

14/09

14/09

11/09

11/09

11/09

11/09

11/09

|
 |
|