Λεξικό
bunshin
Στην Ελληνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη " bunshin" σημαίνει: κλόνος, alter ego

Στην Ιαπωνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη "bunshin" γράφεται ως:
|
|
 |
|
Η λέξη δημοσιεύτηκε από τον χρήστη Vasgoku στις 20/12/2007 και έχει προβληθεί 3251 φορές από επισκέπτες. |
|
 |
|
youji, kagami, arigatou, shigoto, ikari, ringo, kita, fune, kaban, italia, umi, terebi, shounen, hikari, shijin, gurai, jikan, bakemono, itai, yuubinkyoku, atatakai, shukudai, te, kiri, agaru, bi, girishajin, dairiseki, jibun, yari, mizu, yoru, yakuzai, neji, shinka
|
|
 |
|
Το ξέρετε ότι αυτή η λέξη έχει μπει στην λίστα μας από τα ίδια μας τα μέλη; Εάν επιθυμείτε να προσθέσετε και εσείς μια λέξη που λείπει από την λίστα, πατήστε εδώ.
| |
Τελευταίες Καταχωρήσεις Τίτλων |










|
Τελευταίες Παρουσιάσεις Τίτλων |










|
|
|


 |
17/09

15/09

14/09

14/09

14/09

11/09

11/09

11/09

11/09

11/09

|
 |
|