Λεξικό
bunshin
Στην Ελληνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη " bunshin" σημαίνει: κλόνος, alter ego
Στην Ιαπωνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη "bunshin" γράφεται ως:
|
|
|
|
Η λέξη δημοσιεύτηκε από τον χρήστη Vasgoku στις 20/12/2007 και έχει προβληθεί 3123 φορές από επισκέπτες. |
|
|
|
au, sora, hana, uta, baka, kekkon, raihousha, ashi, naruto, fushigi, watakushi, italia, ku / kyuu, higurashi, hon, itadakimasu, oni, kaiten, bakemono, uzumaki, rekishi, jakuten, marude, hanayome, sawa, makeru, gomennasai, ousama, ocha, chikushou, ikari, shura, tenshi, machi, betsuri
|
|
|
|
Το ξέρετε ότι αυτή η λέξη έχει μπει στην λίστα μας από τα ίδια μας τα μέλη; Εάν επιθυμείτε να προσθέσετε και εσείς μια λέξη που λείπει από την λίστα, πατήστε εδώ.
| |
Τελευταίες Καταχωρήσεις Τίτλων |
|
Τελευταίες Παρουσιάσεις Τίτλων |
|
|
|
|
17/09
15/09
14/09
14/09
14/09
11/09
11/09
11/09
11/09
11/09
|
|
|