Λεξικό
kao
Στην Ελληνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη " kao" σημαίνει: πρόσωπο (στο κεφάλι)
Στην Ιαπωνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη "kao" γράφεται ως:
|
|
|
|
Η λέξη δημοσιεύτηκε από τον χρήστη elissaios στις 25/08/2007 και έχει προβληθεί 3344 φορές από επισκέπτες. |
|
|
|
shiragiku, asa gohan, tachi, subete, sakura, kuchibiru, iie, kanshoku, kagami, chotto matte, saiban, irrashaimase, otouto, kankei, oyu, fune, toge, rakuen, tsubasa, bunshin, yurusanai, kinen-hi, gyuunyuu, tadaima, jibun, susume, yuugi, tomodachi, hana, shima, hata, michiru, seigi, hana, hyozan
|
|
|
|
Το ξέρετε ότι αυτή η λέξη έχει μπει στην λίστα μας από τα ίδια μας τα μέλη; Εάν επιθυμείτε να προσθέσετε και εσείς μια λέξη που λείπει από την λίστα, πατήστε εδώ.
| |
Τελευταίες Καταχωρήσεις Τίτλων |
|
Τελευταίες Παρουσιάσεις Τίτλων |
|
|
|
|
17/09
15/09
14/09
14/09
14/09
11/09
11/09
11/09
11/09
11/09
|
|
|